Όταν τα ηχητικά κύματα συναντήσουν στην πορεία τους μια λεία και σκληρή επιφάνεια, αλλάζουν κατεύθυνση.
Το φαινόμενο αυτό ονομάζεται ανάκλαση του ήχου.
Όσο πιο λεία και στιλπνή είναι η επιφάνεια, τόσο πιο έντονο είναι το φαινόμενο της ανάκλασης.
Στο φαινόμενο της ανάκλασης του ήχου οφείλονται η ηχώ και η αντήχηση.
Στην καθημερινότητα η ηχώ λέγεται και αντίλαλος.
Η ηχώ δημιουργείται, όταν μιλάμε ή φωνάζουμε, ενώ απέναντί μας βρίσκεται μια λεία και στιλπνή επιφάνεια, όπως για παράδειγμα μια βραχώδης πλαγιά.
Στην ηχώ ακούμε τον ήχο που εκπέμπει η πηγή (π.χ. Ο φίλος μας που φωνάζει) και τον ανακλώμενο ήχο σαν δύο διαφορετικούς ήχους,
Για να αντιληφθούμε την ηχώ, πρέπει να απέχουμε τουλάχιστον 17 μέτρα από την επιφάνεια στην οποία ανακλάται ο ήχος.
Αλλιώς,ο εγκέφαλός μας δεν μπορεί να διακρίνει τον ήχο της φωνής μας από τον ανακλώμενο ήχο.
Αυτό συμβαίνει γιατί ο ανθρώπινος εγκέφαλος για να μπορέσει να ξεχωρίσει τους διαφορετικούς ήχους πρέπει να μεσολαβήσει χρόνος τουλάχιστον ίσος με 1/10 του δευτερολέπτου. Σε 1/10 του δευτερολέπτου, ο ήχος διανύει στον αέρα απόσταση ίση με 34 μέτρα, δηλαδή 17 μέτρα ωσότου φτάσει στο εμπόδιο και άλλα τόσα για να γυρίσει.
Αντίθετα όταν η απόσταση είναι μικρότερη των 17 μ. τότε ο απευθείας ήχος συγχέεται με τον εξ ανακλάσεως με συνέπεια να λαμβάνεται αυτός ενισχυμένος οπότε και γίνεται λόγος για αντήχηση.